Πρόσφατα

«Οι λέξεις της κλήσης μας» [2020]

ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ

ΓΙΑ ΤΗΝ 57Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ

ΠΡΟΣΕΥΧΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΛΗΣΕΙΣ

(3 Μαΐου 2020)

Οι λέξεις της κλήσης μας

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές!

Στις 4 Αυγούστου του περασμένου έτους, κατά την 160ή επέτειο της κοίμησης του αγίου Εφημερίου του Άρς, θέλησα να απευθύνω μια Επιστολή προς τους Ιερείς, οι οποίοι κάθε μέρα αναλώνουν τη ζωή τους στην υπηρεσία του Λαού του Θεού ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του Κυρίου.

Με την ευκαιρία εκείνη, είχα επιλέξει τέσσερις λέξεις-κλειδιά: πόνος, ευγνωμοσύνη, θάρρος και δοξολογία, για να ευχαριστήσω τους ιερείς και να στηρίξω τη διακονία τους. Θεωρώ πως σήμερα, σ’ αυτή την 57η Παγκόσμια Ημέρα Προσευχών για τις Κλήσεις, μπορώ να επαναλάβω τις λέξεις αυτές και να τις απευθύνω σε όλο τον Λαό του Θεού, έχοντας  ως πλαίσιο την ευαγγελική περικοπή που μας διηγείται τη μοναδική εμπειρία που βίωσαν ο Ιησούς και ο Πέτρος, κατά τη διάρκεια μιας νυχτερινής καταιγίδας στη λίμνη της Τιβεριάδας (βλ. Μτ 14,22-33).

Μετά τον πολλαπλασιασμό των άρτων, γεγονός που είχε ενθουσιάσει το πλήθος, ο Ιησούς δίνει εντολή στους δικούς του να ανεβούν στο πλοιάριο και να τον περιμένουν στην αντίπερα όχθη, ενώ Αυτός θα αποχαιρετούσε τον κόσμο. Η εικόνα αυτή των μαθητών που διασχίζουν τη λίμνη, παραπέμπει κατά κάποιο τρόπο στο ταξίδι της ύπαρξής μας. Η βάρκα της ζωής μας, πράγματι, πλέει αργά και είναι διαρκώς ανήσυχη επειδή αναζητεί ένα γαλήνιο καταφύγιο, έτοιμη να αντιμετωπίσει τους κινδύνους και τις ευκαιρίες της θάλασσας, ενώ συγχρόνως έχει εμπιστοσύνη ότι ο τιμονιέρης θα την κρατήσει τελικά στη σωστή ρότα. Μπορεί να συμβεί κάποιες φορές, όμως, και η βάρκα να χάσει τον προσανατολισμό της, να παραπλανηθεί από ψευδαισθήσεις, αντί να ακολουθήσει τον φωτεινό φάρο που την οδηγεί στο ασφαλές λιμάνι, ή να πρέπει να έλθει αντιμέτωπη με τους αντίθετους ανέμους των δυσκολιών, των αμφιβολιών και των φόβων.

Το ίδιο συμβαίνει και στην καρδιά των μαθητών, οι οποίοι καλούνται να ακολουθήσουν τον Διδάσκαλο της Ναζαρέτ και πρέπει να αποφασίσουν να περάσουν στην άλλη όχθη, επιλέγοντας με θάρρος να εγκαταλείψουν τις ασφάλειές τους και να υπακούσουν στα λόγια του Κυρίου. Αυτή η περιπέτεια δεν είναι ειρηνική: έρχεται η νύκτα, φυσάει αντίθετος άνεμος, το πλοιάριο κλυδωνίζεται από τα κύματα, και κινδυνεύει να τους κατακλύσει ο φόβος πως δεν θα τα καταφέρουν και δεν θα σταθούν στο ύψος του καλέσματος του Κυρίου.

Ωστόσο, το Ευαγγέλιο μας λέει ότι στην περιπέτεια αυτού του δύσκολου ταξιδιού δεν είμαστε μόνοι. Ο Κύριος, σαν το πρώτο φως της αυγής μέσα στην καρδιά της νύχτας, βαδίζει επάνω στα ταραγμένα νερά και φθάνει προς τους μαθητές. Καλεί τον Πέτρο να έλθει κοντά Του περπατώντας επάνω στα κύματα, τον σώζει όταν τον βλέπει να καταποντίζεται, και τελικά ανεβαίνει στο πλοιάριο και διατάσσει τον άνεμο να κοπάσει.

Η πρώτη λέξη-κλειδί της κλήσης, λοιπόν, είναι: ευγνωμοσύνη. Το να πλέουμε προς τη σωστή κατεύθυνση, δεν είναι κάτι που το κατορθώνουμε μόνο με τις δικές μας δυνάμεις, ούτε εξαρτάται μόνο από τη διαδρομή που επιλέγουμε να κάνουμε. Η αυτοπραγμάτωση και η υλοποίηση των σχεδίων της ζωής μας δεν είναι το μαθηματικό αποτέλεσμα αυτού που αποφασίζουμε μέσα σε ένα απομονωμένο “εγώ”. Απεναντίας, είναι προπάντων η απάντηση σε ένα κάλεσμα που μας έρχεται Άνωθεν. Είναι ο Κύριος που μας δείχνει την όχθη προς την οποία να πάμε και, πριν ακόμη γίνει αυτό, μας δίνει το θάρρος να ανεβούμε στη βάρκα. Είναι αυτός ο οποίος, ενώ μας καλεί, γίνεται ο ίδιος τιμονιέρης μας για να μας συνοδεύσει, να μας δείξει την κατεύθυνση, να εμποδίσει να πέσουμε στους σκοπέλους της αναποφασιστικότητας, και να μας κάνει ικανούς μέχρι και να περπατήσουμε επάνω στα ταραγμένα νερά.

Κάθε κλήση γεννιέται από εκείνο το γεμάτο αγάπη βλέμμα, με το οποίο ο Κύριος έρχεται να μας συναντήσει, ίσως όταν ακριβώς η βάρκα μας βρίσκεται στο έλεος της καταιγίδας. «Περισσότερο από μια δική μας επιλογή, είναι η απάντηση στο δωρεάν κάλεσμα του Κυρίου» (Επιστολή προς τους Ιερείς, 4 Αυγούστου 2019). Συνεπώς, θα καταφέρουμε να ανακαλύψουμε και να ακολουθήσουμε αυτό το κάλεσμα, όταν ανοίξουμε την καρδιά μας με ευγνωμοσύνη και αντιληφθούμε το πέρασμα του Θεού από τη ζωή μας.

Όταν οι μαθητές βλέπουν τον Ιησού να πλησιάζει περπατώντας επάνω στα ύδατα, αρχικά σκέφτονται πως πρόκειται για κάποιο φάντασμα, και φοβούνται. Αλλά αμέσως ο Ιησούς τους καθησυχάζει με μια λέξη που πρέπει να συνοδεύει πάντοτε τη ζωή μας και την πορεία της κλήσης μας: «Θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε!» (στ.27). Αυτή ακριβώς είναι η δεύτερη λέξη-κλειδί που θα ήθελα να σας δώσω: θάρρος.

Αυτό που συχνά μας εμποδίζει να προχωρήσουμε, να αναπτυχθούμε, να επιλέξουμε τον δρόμο τον οποίο ο Κύριος χαράσσει για μας, είναι ορισμένα “φαντάσματα” που αναστατώνουν την καρδιά μας. Όταν καλούμαστε να αφήσουμε την ασφαλή μας όχθη και να ασπαστούμε μια κατάσταση ζωής – όπως τον γάμο, την ιεροσύνη, την αφιερωμένη ζωή – η πρώτη μας αντίδραση προέρχεται συχνά από αυτό το “φάντασμα της δυσπιστίας”: δεν είναι δυνατόν αυτή η κλήση να είναι για μένα! Πρόκειται αληθινά για τον σωστό δρόμο; Ο Κύριος ζητά αυτό ακριβώς από μένα;

Και σιγά σιγά αυξάνουν μέσα μας όλες αυτές οι σκέψεις, αυτές οι δικαιολογίες, αυτοί οι υπολογισμοί, που μας κάνουν να χάσουμε τον ενθουσιασμό μας, μας προκαλούν σύγχυση και μας αφήνουν διστακτικούς και ανίσχυρους στην όχθη της αφετηρίας: πιστεύουμε ότι κάναμε λάθος, ότι δεν σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων, ότι απλά είδαμε ένα “φάντασμα” που έπρεπε να εκδιώξουμε.

Ο Κύριος ξέρει ότι μια θεμελιώδης επιλογή ζωής – όπως η σύναψη γάμου ή η αφιέρωση με ιδιαίτερο τρόπο στην υπηρεσία Του – απαιτεί θάρρος. Αυτός γνωρίζει τα ερωτήματα, τις αμφιβολίες και τις δυσκολίες που ταράζουν τη βάρκα της καρδιάς μας, και γι’ αυτό μας καθησυχάζει: “Μη φοβάσαι, εγώ είμαι μαζί σου!”. Η πίστη στην παρουσία του Κυρίου, ο οποίος έρχεται να μας συναντήσει και μας να συνοδεύσει ακόμη κι όταν η θάλασσα είναι τρικυμισμένη, μας απελευθερώνει από αυτή την “ακηδία”, την οποία είχα ευκαιρία να αποκαλέσω «γλυκανάλατη θλίψη» (Επιστολή προς τους Ιερείς, 4 Αυγούστου 2019), δηλαδή αυτή την εσωτερική αποθάρρυνση που αποτελεί τροχοπέδη και δεν μας επιτρέπει να γευτούμε την ομορφιά της κλήσης μας.

Στην Επιστολή προς τους Ιερείς μίλησα και για τον πόνο, αλλά εδώ θα ήθελα να μεταφράσω διαφορετικά αυτή τη λέξη, ως κόπο. Κάθε κλήση συνεπάγεται τον ζήλο της αφοσίωσης. Ο Κύριος μας καλεί επειδή θέλει να μας κάνει ικανούς, σαν τον Πέτρο, να “περπατήσουμε επάνω στα νερά”, δηλαδή να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, για να τη θέσουμε στην υπηρεσία του Ευαγγελίου, μέσα από τους συγκεκριμένους τρόπους που Αυτός μας υποδεικνύει καθημερινά, και ιδιαιτέρως μέσα από τις διάφορες μορφές κλήσης, είτε ως λαϊκοί, είτε ως ιερείς, είτε στην αφιερωμένη ζωή. Αλλά εμείς μοιάζουμε στον Απόστολο: έχουμε πάθος και ενθουσιασμό, όμως ταυτόχρονα, είμαστε σημαδεμένοι από αδυναμίες και φόβους.

Αν αφήσουμε τον εαυτό μας να καταβληθεί από τη σκέψη των ευθυνών που μας περιμένουν –  στον έγγαμο βίο ή στην ιερατική διακονία – ή από τις αντιξοότητες που θα παρουσιαστούν, τότε γρήγορα θα αποσπάσουμε το βλέμμα από τον Ιησού και, όπως ο Πέτρος, θα κινδυνεύσουμε να βυθιστούμε. Αντιθέτως, παρά τις αδυναμίες και την ένδειά μας, η πίστη μάς επιτρέπει να βαδίσουμε προς συνάντηση του Αναστημένου Κυρίου και να νικήσουμε ακόμη και τις καταιγίδες. Αυτός, πράγματι, μας τείνει το χέρι όταν από κόπωση ή από φόβο κινδυνεύουμε να καταποντιστούμε, και μας δίνει την απαραίτητη ώθηση για να βιώσουμε την κλήση μας με χαρά και ενθουσιασμό.

Τελικά, όταν ο Ιησούς ανεβαίνει στη βάρκα, ο άνεμος κοπάζει και τα κύματα γαληνεύουν. Είναι μια ωραία εικόνα όσων ο Κύριος επιτελεί στη ζωή μας και στις αναταραχές της ιστορίας, ειδικά όταν βρισκόμαστε μέσα στην καταιγίδα: Αυτός προστάζει τους αντίθετους ανέμους να σωπάσουν, και οι δυνάμεις του κακού, του φόβου, της παραίτησης, δεν έχουν πλέον εξουσία επάνω μας.

Στη συγκεκριμένη κλήση που καλούμαστε να βιώσουμε, αυτοί οι άνεμοι μπορούν να μας καταπονήσουν. Σκέφτομαι αυτούς που αναλαμβάνουν σημαντικά καθήκοντα μέσα στην κοινωνία των πολιτών, τους συζύγους που – όχι χωρίς λόγο – μου αρέσει να αποκαλώ “γενναίους”, και ιδιαίτερα αυτούς που ασπάζονται την αφιερωμένη ζωή και την ιεροσύνη. Γνωρίζω τους κόπους σας, το αίσθημα μοναξιάς που μερικές φορές κάνει βαριά την καρδιά σας, τον κίνδυνο της συνήθειας που σιγά σιγά σβήνει τη ζωηρή φωτιά της κλήσης, το άγχος της αβεβαιότητας και της αστάθειας των καιρών μας, τον φόβο του μέλλοντος. Θάρρος, μη φοβάστε! Ο Ιησούς είναι δίπλα μας και, αν τον αναγνωρίζουμε ως μοναδικό Κύριο της ζωής μας, Αυτός τείνει το χέρι και μας κρατά για να μας σώσει.

Και τότε, ακόμη και εν μέσω των κυμάτων, η ζωή μας ανοίγει διάπλατα σε δοξολογία. Αυτή είναι η τελευταία λέξη της κλήσης, και αποτελεί επίσης πρόσκληση να καλλιεργήσουμε την εσωτερική διάθεση της Αειπαρθένου Μαρίας: ευγνωμονώντας τον Θεό για το βλέμμα που έστρεψε επάνω της, αντιμετωπίζοντας με πίστη τους φόβους και τις αντιξοότητες, αποδεχόμενη με θάρρος την κλήση της, η Παναγία έκανε τη ζωή της έναν αιώνιο ύμνο δοξολογίας προς τον Κύριο.

Αγαπητοί φίλοι, ειδικά αυτή την Ημέρα, αλλά και κατά τη συνήθη ποιμαντική δράση των κοινοτήτων μας, επιθυμώ η Εκκλησία να συνεχίσει αυτή την πορεία προώθησης των κλήσεων, ανοίγοντας φεγγίτες στην καρδιά κάθε πιστού, ώστε ο καθένας να μπορέσει να ανακαλύψει με  ευγνωμοσύνη το κάλεσμα που ο Θεός του απευθύνει, να βρει το θάρρος να πει “ναι”, να νικήσει την κόπωση μέσω της πίστης στον Χριστό και τέλος, να προσφέρει τη ζωή του ως ύμνο δοξολογίας για τον Θεό, για τους αδελφούς και για όλο τον κόσμο. Η Αειπάρθενος Μαρία είθε να μας συνοδεύει και να πρεσβεύει για μας.

Ρώμη, Άγιος Ιωάννης στο Λατερανό, 8 Μαρτίου 2020, Β’ Κυριακή της Τεσσαρακοστής

+ Φραγκίσκος

 

 

Μετάφραση: Πέτρος Ανδριώτης

Συνοδική Επιτροπή για τις μεταφράσεις εκκλησιαστικών κειμένων

Related Articles

«Οι κλήσεις, δώρο της αγάπης του Θεού» [2012]

ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΥ 16ου ΓΙΑ ΤΗΝ 49η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΛΗΣΕΙΣ 6 Μαΐου 2012- 4η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ     Οι κλήσεις, δώρο της αγάπης του Θεού   Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, Η 49η Παγκόσμια Ημέρα […]